Δευτέρα 18 Ιουλίου 2016

Κουφάρια με εμμονές λανθάνουσες.

Εύκολο βλέπεις να προσάπτεις επώνυμα και προσωνυμία σε ανθρώπους που ξέχασες να μάθεις και απλά βασίζεσαι σε πράξεις και γεγονότα χρόνων πριν.

Και θα μου πεις οι άνθρωποι δεν αλλάζουν, μα ξεχνάς πως στην ηλικία μου το «χρόνια πριν» σε τοποθετεί σε μια περίοδο προ-εφηβική που το μυαλό ενός παιδιού λειτουργεί με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Όταν πια λοιπόν το σώμα του καταφέρνει και μπαίνει στην διαδικασία της εφηβείας, πολλά αλλάζουν. Ακόμα και ο τρόπος σκέψης αυτού του παιδιού. 

Πολλές διαφορετικές εφηβείες, πολλοί διαφορετικοί άνθρωποι κι ο καθένας από αυτούς την περνά διαφορετικά. Άλλες αντιδράσεις ο ένας, άλλες ο άλλος. Κάποιες σωστές, ηθικές και νόμιμες κι άλλες λανθασμένες, ανήθικες και παράνομες. 

Ο καθένας διαφορετικός, μα λάθη εφηβικά δεν μπορείς να μου τα προσάπτεις κοντά μισή ντουζίνα χρόνια μετά και κατά καιρούς να μου συμπεριφέρεσαι σαν πρεζάκι που ψάχνει τη δόση του.

Και όχι φίλοι μου, ποτέ δεν έμπλεξα με ναρκωτικά. 

Το μόνο μου ναρκωτικό ήταν το να φεύγω. Έτσι νιώθω και τώρα. Τάσεις φυγής, να φύγω και να μη ξαναγυρίσω για κανέναν πούστη λόγο.

Να τρέξω μέχρι να ματώσουν οι πατούσες μου, μέχρι να είμαι βρώμικη και κουρασμένη. Κι έπειτα να καθίσω σε ένα παγκάκι, να με ξεπλύνει η βροχή από τις σκόνες και τις αμαρτίες που φορτώθηκα κατ’επιλογή μα κι από εκείνες που φορτώθηκα για χάρη άλλων.

Θεσσαλονικιός στα ηχεία κι εγώ να χάνω τον ειρμό μου στα καπάκια…πόσο θα ήθελα ένα τσιγάρο τώρα…

Μα στιγμές σαν και αυτές ελευθερία και προσωπικός χώρος σε μια φυλακή σαν και δαύτη; Αστείο. Πρέπει να βγεις στο κοινό προαύλιο με τους κατά καιρούς αυστηρούς δεσμοφύλακες και να προσέχεις πως εκφράζεσαι μιας και παίζει ποινή, πως ρουφάς την κάθε τζούρα μιας και οι τρόποι σου δεν ταιριάζουν με αυτούς μιας κυρίας.

Οπότε συνεχίζεις να μένεις με τον εθισμό να τριγυρνά το μυαλό σου και να αναζωπυρώνει τα νεύρα που τόση ώρα προσπαθείς να αποβάλλεις. Μια απογοήτευση σε περιβάλει και τρυπώνει ύπουλα μα πανηγυρικά στην ψυχή σου. 

Σε μια στιγμή όλα αλλάζουν και από οργή, μετατρέπεσαι εσύ η ίδια σε θλίψη και το παράπονο κινεί τα νήματα των χειλιών σου και τα ωθεί στο να τρεμοπαίξουν ένα «γιατί». 

Δεν είναι λίγες, λες, οι φορές που πληγώθηκες από τους κοντινότερους σου ανθρώπους για λάθη που έκανες πιτσιρίκι. Κι εκείνοι, φερόμενοι χυδαία, οι ανίδεοι δε ξέρουν πως χαράζουν βαθιές στην ψυχούλα σου πληγές που από παιδί μάχεσαι να κρατήσεις άσπιλη, σου χαράκωσαν τις πιο όμορφες ιδέες για τον κόσμο.

Βλέπεις, μια λάθος κίνηση και το αίμα σου ακόμη, θα σε κατασπαράξει. Τα λάθη δεν είναι για εμάς μικρή μου. Δε μεγαλώσαμε έτσι. Δε μας μεγάλωσαν έτσι οι κυνηγοί επικηρυγμένων.
Μας μεγάλωσαν με καρότα και σανό, όχι με καμτσίκι και μπότες σπυρουνάτες. 

Εμάς ποτέ και τίποτα δε μας έλειψε οπότε γιατί κλαις;

Σε ακούω να με ρωτάς και χαμηλώνω το βλέμμα. Το ίδιο κάνεις κι εσύ μέσα από τον καθρέφτη. 

Ξαναρωτάς και πλέον τρέμουμε και οι δύο, μα για διαφορετικούς λόγους. Τα μάτια σου φλέγονται με οργή, τα δικά μου με πόνο. 

Πόνο που πρέπει να σε κρύψω ξανά ανθρώπου μάτι να μη σε δω και άντρα χάδι να μη νιώσεις ακόμη. Γιατί ακόμη κι αυτό θα σε πονέσει στον αποχωρισμό του. 

Θα βγω εγώ μπροστά, ψυχή μου, θα βγω εγώ. Τι είναι βλέπεις να μετράς εφηβικά λάθη χαραγμένα στη σάρκα σου; Τι είναι να μετράς μάχες και οι ήττες να σου γεμίζουν τους εφιάλτες και να σου διαστρεβλώνουν το μυαλό; 

Τι είναι να φοβάσαι μη χάσεις το ποιος είσαι από κριτική ανθρώπων που κάποτε σε ήξεραν μέχρι που σε έκρυψα. 

Σε χαλούσαν βλέπεις, εμένα δεν με άγγιζαν τα λόγια τους. Μα που και που θέλω να βγάζεις το κεφαλάκι σου στην επιφάνεια να βλέπεις το κακό όσον νομίζουν πως βρίσκεσαι στη θέση μου.

Γιατί ο κόσμος είναι κακός, ψυχή μου. Κι εσύ δεν είσαι έτοιμη να βγεις εκεί έξω. Τα τείχη σου δεν είναι αρκετά ψηλά μα τα δικά μου τα έχτισα σε αυτή την χιλιοειπωμένη εφηβεία που τόσο προσπαθώ να ξεχάσω. Μπας και καταφέρω να σε δείξω ξανά στον κόσμο.
Μπας και καταφέρω να δείξω πόσο αθώα παραμένεις κι ας επιλέγεις να βγάζεις εμένα στη φόρα.

Άμυνα είμαι, ψυχή μου και σε περιμένω πότε θα είσαι έτοιμη να βγεις. Πριν βγεις μια και καλή και αφήσεις τούτο δω το κουφάρι άψυχο.

Γιατί στιγμές που τα πάντα καταρρέουν και κάθομαι στην καρέκλα του κατηγορούμενου για αμαρτίες άλλων, κουφάρι νιώθω. 

Πάμε τώρα να περπατήσουμε μέχρι να βρέξει. Θα σε αφήσω να βγεις, να στριφογυρίσεις λίγο στη βροχή κι έπειτα για ύπνο θα σε βάλω πάλι.

Τα μάτια των ανθρώπων είναι αρπακτικά, ψυχή μου. Αρπακτικά πεινασμένα, στο διάβα σου θα σε ακολουθούν και θα τσιμπολογούν στην ουσία σου μέχρι να στερέψω πια από σένα. Κι έπειτα, ίδια μ’αυτούς θα γίνω.

Άψυχο κουφάρι, κυνηγάρικο αρπακτικό στο κατόπι άλλων σαν και σε.


Muse

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου